H τροφική αλλεργία και η δυσανεξία πολλές φορές συγχέονται και μπερδεύονται καθώς έχουν αρκετά κοινά γνωρίσματα. Ωστόσο, η τροφική δυσανεξία δεν προκαλεί αναφυλαξία (σοβαρή αλλεργική αντίδραση) ενώ σημαντική διαφορά παρατηρείται και στο μηχανισμό δράσης τους.

Τα συμπτώματα της τροφικής αλλεργίας μπορεί να είναι επικίνδυνα, πολλές φορές ενώ στην περίπτωση της τροφικής δυσανεξίας ο οργανισμός δεν μπορεί να επεξεργαστεί κάποιες τροφές, των οποίων η κατανάλωση τους μπορεί να προκαλέσει προβλήματα.

Στην τροφική δυσανεξία, οι αντιδράσεις του οργανισμού δεν συνδέονται με την ανοσολογική απάντηση/διέγερση ανοσοποιητικού συστήματος. Μπορεί να οφείλονται στην έλλειψη κάποιου ενζύμου, όπως G6PD όπου το άτομο δεν μπορεί να καταναλώσει κυρίως κουκιά ή όπως έλλειψη του ενζύμου λακτάση όπου δημιουργεί τη δυσανεξία στη λακτόζη. Η διάγνωση γίνεται με εξειδικευμένα τεστ από αλλεργιολόγους ή γαστρεντερολόγους και παρόλο που τη συναντάμε σε ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού (20%), δεν γίνεται εύκολα αντιληπτή. Η αντιμετώπιση των τροφικών δυσανεξιών γίνεται με τη βοήθεια ειδικού διαιτολόγου όπου θα εξασφαλίζει την κάλυψη όλων των θρεπτικών αναγκών των ατόμων αυτών.

Τροφικές δυσανεξίες μπορεί να παρουσιαστούν λόγω ενζυμικής ανεπάρκειας (π.χ. δυσαπορρόφηση λακτόζης) ή φαρμακολογικής αιτίας (π.χ. καφεΐνη). Μερικοί κοινοί τύποι δυσανεξίας αποτελούν: δυσανεξία στη λακτόζη, στη γλουτένη, την καφεΐνη και την ισταμίνη.

Η γλουτένη αποτελεί την κύρια πρωτεΐνη αποθήκευσης στο σιτάρι, ενώ παρόμοιες πρωτεΐνες υπάρχουν στη σίκαλη, το κριθάρι και τη βρώμη. Για κάποιους τα συμπτώματα μπορεί να ξεκινήσουν λίγες ώρες μετά την κατανάλωση τροφής με γλουτένη, ενώ σε άλλους εμφανίζεται λίγες μέρες αργότερα. Μερικοί άνθρωποι χρειάζονται περισσότερο χρόνο, ίσως και μερικές εβδομάδες μέχρι να εξαληφθούν τα συμπτώματα της δυσανεξίας στη γλουτένη.

Η λακτόζη, αποτελεί ένα δισακχαρίτη όπου το σώμα δυσκολεύεται να αφομοιώσει προκαλώντας διάρροια, φούσκωμα, πόνο στο στομάχι και αίσθημα κούρασης. Κάποια άτομα ανέχονται μικρές ποσότητες γάλακτος ή γαλακτοκομικών έναντι κάποιων άλλων που έστω και αυτές οι μικρές ποσότητες είναι ικανές να προκαλέσουν έντονα συμπτώματα. Πολλές φορές τα ίδια συμπτώματα μπορεί να προκληθούν σε σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (IBS) ή δυσανεξίες που οφείλονται σε πρωτεΐνες του γάλακτος.

Κάποιοι μπορεί να βιώνουν αρνητικές παρενέργειες από την πρόσληψη καφεΐνης, με τα επίπεδα της να κορυφώνονται τα πρώτα 20 λεπτά μετά την κατανάλωση της. Η ευαισθησία με τη δυσανεξία στην καφεΐνη συνδέονται πολύ στενά, ωστόσο αποτελούν δύο ξεχωριστές καταστάσεις. "Άτομα τα οποία παρουσιάζουν ευαισθησία στην καφεΐνη παρατηρούν πιο εύκολα τις επιθυμητές επιδράσεις της όπως καλύτερη συγκέντρωση και εγρήγορση. Η δυσανεξία στην καφεΐνη μπορεί να εμφανιστεί ακόμη και σε άτομα που καταναλώνουν λιγότερη από τη συνιστάμενη δόση καφεΐνης που είναι 400mg ημερησίως, η οποία αντιστοιχεί σε τέσσερα φλιτζάνια καφέ την ημέρα. Η ανησυχία, η αϋπνία και ο γρήγορος καρδιακός παλμός είναι κοινά χαρακτηριστικά, επίσης τα άτομα με δυσανεξία στην καφεΐνη μπορεί να εμφανίσουν συμπτώματα αυξημένης αρτηριακής πίεσης και πονοκεφάλου" ενημερώνει ο κ. Δημήτρης Οικονομάκης.

Η γλουτένη είναι πρωτεΐνη η οποία βρίσκεται στο σιτάρι, το κριθάρι και τη σίκαλη. Η πρόσληψη της μπορεί να προκαλέσει φούσκωμα σε άτομα που παρουσιάζουν δυσανεξία στη γλουτένη, όπου αποτελεί διαφορετική κατάσταση από την κοιλιοκάκη ή την αλλεργία στο σιτάρι. Ο κ. Οικονομάκης εξηγεί πως δυσανεξία στη γλουτένη καλείται η ευαισθησία στη μη κοιλιακή γλουτένη (NCGS). Η κοιλιοκάκη είναι μία αυτοάνοανοση διαταραχή, χωρίς ακόμη να έχει γίνει γνωστός ο ακριβής μηχανισμός που δημιουργεί απώλεια ανοχής της γλουτένης. Χωρίς να έχουν γίνει ακόμη γνωστά τα αίτια που προκαλούν δυσανεξία στη γλουτένη, μερικές έρευνες δείχνουν πως κάποια άτομα μπορεί να δυσκολεύονται να απορροφήσουν κάποιους συγκεκριμένους υδατάνθρακες, όπως συμβαίνει κάτω υπό φυσιολογικές συνθήκες και, συνεπώς να μην έχουν στην πραγματικότητα ευαισθησία στη γλουτένη.

Η ισταμίνη είναι μία αμίνη που συναντάμε σε πολλές κονσερβοποιημένες τροφές και συσκευασμένα προϊόντα. Σε ανισσοροπία και περίσσεια ισταμίνης στον οργανισμό μπορεί να προκληθούν συμπτώματα που θυμίζουν αλλεργικές αντιδράσεις.

Ο επιπολασμός της τροφικής αλλεργίας έχει αυξηθεί τα τελευταία τριάντα χρόνια επηρεάζοντας τόσο παιδιά όσο και ενήλικες. Η τροφική αλλεργία, σύμφωνα με μελέτες, γίνεται εμφανής από την πρώιμη παιδική ηλικία, ενώ πιο συγκεκριμένα, οι αλλεργίες σχετίζονται με αντισώματα (όπως η ανοσοσφαιρίνη Ε - IgE) τα οποία είναι υπεύθυνα για αλλεργικές αντιδράσεις.

Η Τροφική αλλεργία, είναι μη τοξική ανεπιθύμητη αντίδραση σε τροφές, προκαλώντας ανοσολογική απάντηση οργανισμού/διέγερση ανοσοποιητικού συστήματος. Στις ανεπτυγμένες χώρες έως το 3% των ενηλίκων παρουσιάζει τροφικές αλλεργίες που σχετίζονται με την ανοσοσφαιρίνη Ε, η οποία εμπλέκεται στις τροφικές αλλεργίες που προκαλούνται από το γάλα, το αβγό, τους ξηρούς καρπούς, τα σιτηρά, τα θαλασσινά, το ψάρι, το σουσάμι και αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τη ζωή του ατόμου.

Ο επιπολασμός της τροφικής αλλεργίας κατά την παιδική ηλικία, από τα φιστίκια, έχει αυξηθεί ραγδαία τα τελευταία χρόνια. Η αλλεργία στα φιστίκια και τα θαλασσινά, συνήθως διατηρείται σε όλη τη διάρκεια της ζωής των ατόμων σε σχέση με άλλα αλλεργιογόνες τροφές όπου μπορεί να ξεπεραστεί στη μετέπειτα ζωή τους. Οι τροφικές αντιδράσεις παρουσιάζουν συμπτώματα τα οποία επηρεάζουν το δέρμα, το γαστρεντερικό σωλήνα και την αναπνευστική οδό ενώ σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να καταλήξουν θανατηφόρες.

Βασικά συμπτώματα της τροφικής αλλεργίας είναι η φαγούρα, το πρήξιμο γύρω από τη γλώσσα, η διάρροια, οι κράμπες στην κοιλιά, ο έμετος, η ναυτία, το ερυθρό δέρμα, η δυσκολία στην αναπνοή και η καταρροή. Μέσα σε λίγα λεπτά από την έκθεση τους, τρόφιμα όπως ξηροί καρποί, θαλασσινά, σιτάρι, αυγά κα, μπορεί να προκαλέσουν αναφυλαξία με σοβαρούς κινδύνους για τη ζωή του ατόμου.

Πρόληψη τροφικών αλλεργιών:

"Σύμφωνα με τις οδηγίες από την Ευρωπαϊκή Ακαδημία Αλλεργία και Κλινική Ανοσολογία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης δεν υπάρχουν περιορισμοί, ενώ την περίοδο της γαλουχίας και εφόσον εφαρμόζεται αποκλειστικός θηλασμός, δεν υπάρχει κίνδυνος αλλεργιών. Αν ο θηλασμός δεν είναι αποκλειστικός συστήνονται γάλατα υποαλλεργικά. Όσον αφορά τις γενικές συστάσεις για τα τρόφιμα τα οποία προκαλούν αλλεργία, προτείνεται σταδιακή εισαγωγή των αλλεργιογόνων τροφών μετά την ηλικία του τέταρτου έτους. Σε άτομα που πάσχουν από τροφική αλλεργία συστήνεται η αποφυγή των αλλεργιογόνων τροφών " αναφέρει ο κ. Δημήτρης Οικονομάκης.

Πλέον, στις διατροφικές ετικέτες αναγράφονται τυχόν αλλεργιογόνα ή ίχνη αυτών. Η διάγνωση της τροφικής αλλεργίας γίνεται με προσεκτική λήψη ιστορικού, και χρήση ειδικών εργαστηριακών τεστ. Συστήνεται η αποφυγή των τροφίμων που προκαλούν αλλεργία στο ενήλικο άτομο. Ακόμα, η εισαγωγή φιστικιού και άλλων αλλεργιογόνων τροφίμων στη διατροφή κατά τη στιγμή του απογαλακτισμού του βρέφους φαίνεται να είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για να αποφευχθεί η μετέπειτα ανάπτυξη τροφικής αλλεργίας. Σύμφωνα με μία ανασκόπηση που δημοσιεύτηκε το 2020, στο International Journal of Molecular Sciences, πραγματοποιούνται νέες έρευνες για θεραπευτικές στρατηγικές που στοχεύουν στην εξατομικευμένη θεραπεία του ασθενή ο οποίος πάσχει από τροφική αλλεργία.

"Η αλλεργική αντίδραση είναι μία απειλητική για τη ζωή κατάσταση, αρκετές φορές σε σχέση με την τροφική δυσανεξία που εκδηλώνεται μέσω γαστρεντερικών συμπτωμάτων. Η γνώση και η διαφοροποίηση της τροφικής αλλεργίας με τη δυσανεξία είναι σημαντική λόγω των σοβαρών επιπτώσεων που μπορεί να δημιουργηθούν από μία τροφική αλλεργία. Είναι απαραίτητο να συμβουλευτείτε γιατρό εάν πιστεύετε ότι έχετε τροφική αλλεργία"

ενημερώνει ο κ. Δημήτρης Οικονομάκης.